Η ένταση γύρω από τη δημιουργία αντλιοστασίου την περιοχή της Ρομάντζας φέρνει για άλλη μια φορά στο δημόσιο διάλογο την αναγκαιότητα διερεύνησης και επιλογής σύγχρονων τεχνικών λύσεων για μια σειρά έργων που εξασφαλίζουν την προστασία του περιβάλλοντος και συμβάλλουν στην αποφυγή υποβάθμισης ολόκληρων περιοχών.
Πολλώ δε μάλλον όταν αυτά τα έργα αφορούν την ποιότητα ζωής των πολιτών και την εικόνα της πόλης σε σημεία για τα οποία κατ΄ επανάληψη γίνεται λόγος περί αναγκαιότητας αναβάθμισής τους.
Για το ΤΕΕ Δυτικής Ελλάδας η επιλογή κατασκευής υπέργειου μεγάλου οικίσκου για το αντλιοστάσιο στην περιοχή της Ρομάντζας δεν μπορεί να αποτελεί επιλογή το 2024 για μια πόλη σαν την Πάτρα και το προς ανάπλαση παραλιακό της μέτωπο, το οποίο θα σηματοδοτήσει και το χαρακτήρα της για τα επόμενα χρόνια.
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι μελέτες, στο πέρας των χρόνων και εφόσον δεν είναι πλέον σύμφωνες με τις ανάγκες των περιοχών για τις οποίες σχεδιάστηκαν, μπορούν και επιβάλλεται να επικαιροποιηθούν και να τροποποιηθούν, ώστε να εξασφαλίσουν ποιότητα ζωής και αισθητική εναρμόνιση με τα πρότυπα σύγχρονων ευρωπαϊκών πόλεων.
Ακόμη λοιπόν και αν δεν είναι δυνατή η αλλαγή σχεδιασμού με την κατασκευή αντλιοστασίου σε παρακείμενη περιοχή (κάτι που θα ήταν η πλέον ενδεδειγμένη λύση στην παρούσα περίπτωση), θα μπορούσε να γίνει η επιλογή της κατασκευής πλήρως υπογειοποιημένου αντλιοστασίου, το οποίο έχει τη λιγότερη δυνατή όχληση, εφόσον καλύπτονται οι υδραυλικές και στατικές προϋποθέσεις.
Το παράδειγμα του γειτονικού Δήμου Αιγιαλείας είναι χαρακτηριστικό. Με το έργο «Κατασκευή κεντρικών αποχετευτικών αγωγών παραλιακών οικισμών από Δήμου Ερινέου έως Δήμο Αιγείρας» και σε μήκος περίπου 50 km έχουν ήδη κατασκευαστεί 14 κεντρικά υπόγεια αντλιοστάσια, αναδεικνύεται με χαρακτηριστικό τρόπο ότι η επιλογή και υπάρχει και είναι λειτουργική για αντλιοστάσια μεγάλου μεγέθους. Μια επίσκεψη στο πλήρως υπογειοποιημένο αντλιοστάσιο της Αβύθου για παράδειγμα, όπου εκτός του υγρού θαλάμου έχουν υπόγειο και το ηλεκτροστάσιο, το ηλεκτροπαραγωγό ζεύγος, τις αποσμήσεις κ.α., αποτελεί μια κοντινή καλή πρακτική που θα έπρεπε να προβληματίζει θετικά όσους μελετούν και σχεδιάζουν τέτοιας φύσης έργα σε περιοχές όπως οι παραθαλάσσιες, που απαιτούν επιπλέον πρόνοια και ειδική μέριμνα από τις αναθέτουσες αρχές.
Άπειρα έργα που εντάσσονται προς χρηματοδότηση καθημερινά από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα σε όλη την επικράτεια, υπόκεινται διαρκώς σε τροποποιήσεις, βελτιώσεις και αλλαγές που επιτρέπουν την αντιμετώπιση σχεδιαστικών ζητημάτων που δεν είχαν προβλεφθεί κατά την φάση σύνταξης των μελετών.
Το ερώτημα που πλανάται είναι γιατί σε αυτή την περίπτωση δεν ευαισθητοποιείται η ΔΕΥΑ και ο Δήμος ώστε να άρουν τα εγγενή προβλήματα που δημιουργεί η χωροθέτηση σε μια πλατεία (!) αλλά και καταφανής η αισθητική υποβάθμιση μιας περιοχής που αναζητάς να αναδείξεις ως την αρχή του θαλασσίου μετώπου σου;
Είναι απολύτως κατανοητή, επιβλημένη και σεβαστή η ανάγκη εκτέλεσης έργων που αφορούν την αναβάθμιση του αποχετευτικό δικτύου της πόλης, ειδικά περιοχών που έχουν ακόμα παντορροικό σύστημα ή λειτουργούν με σηπτικούς βόθρους.
Δεν μπορεί ωστόσο βελτιώνοντας τη μια αρνητική παράμετρο να δημιουργούμε μια νέα, ακόμη πιο αρνητική.
Κτίρια και υποδομές όπως αυτό που είναι υπό κατασκευήν στην Ρομάντζα, κάθε άλλο παρά συνάδει με την επιδίωξη αναβάθμισης της παραλιακής ζώνης της πόλης, με την βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της περιοχής αλλά και με τη λογική εκτέλεσης σύγχρονων έργων σε περιοχές ιδιαίτερης αναπτυξιακής σημασίας, όπως το θαλάσσιο μέτωπο της Πάτρας.