Ομιλία Παναγιώτη Θεοδώρου Κωστόπουλου, στα αποκαλυπτήρια Μνημείου των πεσόντων συγχωριανών μας στους Εθνικούς Πολέμους και του Ήρωα Εύελπι Κωστόπουλου Πέτρου του Νικολάου, στον αύλειο χώρο του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής στον Πριόλιθο Καλαβρύτων στις 28 Μαΐου 2023.
- Σεβαστέ εκπρόσωπε του Σεβασμιοτάτου Μητροπολίτου Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κ. Ιερωνύμου και Γενικέ Αρχιερατικέ Επίτροπε Καλαβρύτων Πατέρα Κωνσταντίνε,
- Αιδεσιμότατε πατέρα Δημήτριε,
- Κυρία πρώην Πρόεδρε της Βουλής των Ελλήνων Ζωή Κωνσταντοπούλου,
- Κύριε πρώην βουλευτή Παναγιώτη Κοντογεώργη,
- Κύριε τέως Γενικέ Γραμματέα και Νομικέ Σύμβουλε της Ελληνικής Κυβέρνησης Αθανάσιε Κοντογεώργη,
- Κύριε Δήμαρχε Καλαβρύτων Αθανάσιε Παπαδόπουλε,
- Κύριοι πρόεδροι Τοπικών Κοινοτήτων,
- Αγαπητοί συγχωριανοί και φίλοι, που μας τιμάτε σήμερα με την παρουσία σας,
Ημέρα μνήμης, ημέρα υπερηφάνειας, ημέρα εθνικής ανάτασης, ημέρα αναμνήσεων και περισυλλογής. Η κατ’εξοχήν λέξη που ταιριάζει και κυριαρχεί σήμερα είναι η ΧΑΡΜΟΛΥΠΗ. Αλήθεια πως είναι δυνατόν να συνυπάρχουν, αυτές οι δύο λέξεις με αντίθετες έννοιες; Διότι χαρά σημαίνει όχι λύπη και λύπη σημαίνει όχι χαρά.
Σύμφωνα όμως με την ορθόδοξη σκέψη μπορούν να συνυπάρχουν και γι’αυτό υπάρχει το φαινόμενο της ΧΑΡΜΟΛΥΠΗΣ.
Δηλαδή είμαι χαρούμενος γιατί βλέπω όλα τα δημιουργήματα του Θεού που όλα εν σοφία εποίησε αλλά και λυπημένος συγχρόνως, γιατί είμαι αμαρτωλός και υποκύπτω σε πειρασμούς, από τις καθημερινές δυσκολίες, τα βάσανα, τις πίκρες και ίσως από πληγές αγιάτρευτες.
Έτσι λοιπόν, ξεκινάμε με το πρώτο συνθετικό της λέξης χαρμολύπη, τη ΧΑΡΑ.
Ατενίζουμε εμπρός μας, άψυχες πλάκες αλλά και χαραγμένα ονόματα που για τον καθέναν σας, καθέναν μας θα περνάει σαν κινηματογραφική ταινία η ένδοξη μορφή του καθενός δικού μας.
Εσείς , φύγατε από το πρόσκαιρο παρόν και μπήκατε στον ανέσπερο κόσμο της δόξας στο Πάνθεον, πήγατε στη γειτονιά των Αγγέλων.
Αγωνιστήκατε για το υπέρτατο αγαθό και ιδανικό, την Ελευθερία. Τα σώματά σας μισοκλάφτηκαν και ψευτοθάφτηκαν από τους άχαρους για τους ρόλους τους, συμπολεμιστές σας. Πολλά κουφάρια όμως παρέμειναν στο πεδίο της μάχης, ατάκτως διασκορπισμένα και έγιναν βορά των αγριμιών και των ορνέων και δικαίως θα λέγατε «κι έγινε κρύος ο ουρανός και μαύρισε η καρδιά μας, γιατί πολεμήσαμε για την ελευτεριά μας».
Εξ όλων των συγχωριανών μας ζητάμε σεμνά και ταπεινά μία μεγάλη συγνώμη γιατί καθυστερήσαμε τόσο να σας τιμήσουμε όπως σας αξίζει.
Εσείς είστε ζωντανοί στις καρδιές μας και για πάντα θα σιγοκαίει ένα ορατό και αόρατο λιανοκέρι εμπρός σας, για ανάμνηση του ηρωισμού και της θυσίας σας. Τηρήσατε τα λόγια του Εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά, ότι «η μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και το αίμα»
Διότι, κατά τον ίδιο, «χρωστάμε σ’ όσους ήρθαν, πέρασαν, θάρθουν και θα περάσουν, κριτές θα μας δικάσουν, οι αγέννητοι, οι νεκροί»
Λύπη νιώθουμε γιατί αφήσατε ένα δυσαναπλήρωτο κενό σε γονείς, γυναίκες, αδέρφια και παιδιά.
Σεβαστό ακροατήριο, για να σας διεγείρω το συναίσθημα και την κουλτούρα της εποχής και να σας ξυπνήσω μνήμες, θα μου επιτρέψετε, ταπεινά και έχοντας γνώση της μικρότητάς μου απέναντι στους πεσόντες να κάνω μια προσωπική αναδρομή και κατάθεση ψυχής, στην εκτέλεση των αθώων και ανυποψίαστων Καλαβρυτινών ανάμεσα των οποίων ήταν και χωριανοί μας και τότε θα νιώσετε ανάλογα συναισθήματα και πόνο ψυχής ο καθένας για τους δικούς του και όλους τους πεσόντες.
Ήμουν 14 ετών, μαθητής του Γυμνασίου Καλαβρύτων το 1958, και είχα την ευλογία, την ευκαιρία και την τιμή να ακούσω από τα χείλη των χαροκαμένων Καλαβρυτινών γυναικών της Τσοκανούς γιαγιάς του Δημάρχου μας, της Μπαλαλούς, της συγχωριανής μας Ευθυμίας Βάγια- Καϊάφα, της.. της.. της.. και ιδιαιτέρως από τα χείλη της αείμνηστης Ελένης Λούτση, οσίας μορφής, απερίγραπτου εσωτερικού κάλλους και αστείρευτης υπομονής, να μου διηγείται ασθμαίνουσα το αποτρόπαιο έγκλημα των άκαρδων, άσπλαχνων, απάνθρωπων και απαίσιων Γερμανών εκτελεστών και πάγωσε το «είναι» μου.
Ποιος μπορούσε να βρει λόγια παρηγοριάς, λόγια ανακουφιστικά για να της μαλακώσουν την ψυχούλα της; Εκείνη στο κρεβάτι του πόνου και της ανημποριάς και εγώ καθισμένος σε ένα ξύλινο σκαμνάκι δίπλα της που σιγόκαιγε ένα μαγκάλι με κάρβουνα.
Μου εξιστορούσε ένα-ένα τα δραματικά γεγονότα και από ένα δάκρυ αργοκυλούσε στο ρυτιδωμένο και μαυροσκέπαστο πρόσωπό της.
Έβλεπα μια σκιά φιγούρας εξωγήινης. Ένας βαθύς αχός έβγαινε από τα σωθικά της, που στην έξοδό του γινόταν βαρύς αναστεναγμός .
Γουλιά- γουλιά της έδινα λίγο νεράκι και ένα εγκάρδιο φίλημα στο χέρι και το μέτωπό της. Συνειρμικά μου ήρθαν στο μυαλό όλα τα «Αλί και Τρισαλί», τα «όιμέ», η θλίψη, ο οδυρμός και ο κλαυθμός των αρχαίων τραγωδιών.
Ευχαριστώ κυρά Ελένη μου που μου ενστάλαξες εσώψυχα αμέτρητα συναισθήματα και με ωρίμασες από 14 ετών.
Πόλεμος στο μέτωπο αλλά και ένας άλλου είδους πόλεμος στις αφανείς ηρωίδες που απέμειναν. Με αγωνία και λαχτάρα περίμεναν να αφουγκραστούν την πολυπόθητη λαλιά της καραμούζας του Ταχυδρόμου, για να ακούσουν αν είχαν γράμμα από το μέτωπο για το δικό τους άνθρωπο. Αν είχαν, με αγωνία έτρεχαν μα και με δισταγμό σαν αγράμματες που ήταν, λες κι έφταιγαν εκείνες, σε κάποιον που ήξερε γράμματα να τους το διαβάσει για να μάθουν νέα τους και να ανακουφιστεί η ψυχούλα τους. Αυτόματα ήρθε στο μυαλό μου το τραγούδι: «Στόπα και στο ξαναλέω, μη μου στέλνεις γράμματα, γιατί γράμματα δεν ξέρω και με πιάνουν κλάματα». Για όσες, και δεν ήταν λίγες, που τα μαντάτα, τα χαμπέρια ήταν άσχημα, έπρεπε να κλάψουν, να αυτομαλλιοτραβηχτούν, να σκούξουν αλλά και νάρθουν αντιμέτωπες με τη σκληρή και απρόσμενη πραγματικότητα. Ο Εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς, στον αποχαιρετισμό του τετράχρονου γιου του Άλκη, που αναπάντεχα έχασε, αναφώνησε: «Άφτιαχτο και αστόλιστο, στο χάρο δε σε δίνω. Στάσου με τ’ανθόνερο την όψη σου να πλύνω». Σεις όμως, γιαγιάδες, μανάδες σύζυγοι και αδερφές, στερηθήκατε και αυτή την απλή επιθυμία σας, να πραγματοποιήσετε.
Σκληρή η ζωή για τις γυναίκες, έπρεπε να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα προς το ζην. Κατάκοπες από τις αγροτοκτηνοτροφικές εργασίες σέρνοντας τα πόδια τους στο έδαφος, έφταναν το απόσπερο στο κονάκι τους.
Η γιαγιά βάζοντας τη γιούρτα της, άναβε το τσιμπλολύχναρο και από τη φλόγα του ξάναβε τη φωτιά και με τη μάσια ανάδευε τη χούσβελη στο σταχτοφούρνι, ενώ η μάνα, σύζυγος ή αδερφή ωχρή και ανταριασμένη, τοποθετούσε το τσουκάλι πάνω στην πυροστιά ή την τσερέπα για να μαγειρέψει κάνα ζυμαρικό να φάνε και να πιουν και λίγο κρασί, για να σταθούν στα πόδια τους.
Προσπαθούν να γείρουν μήπως κλείσουν για λίγο τα μάτια τους αλλά ο γιος του Ύπνου ο Μορφέας δεν τους το επιτρέπει. Ο νους τους χάνεται στο άπειρο, στο χάος, στο υπερπέραν. Κάποια στιγμή όμως αφού ξελαμπίκαρε το μυαλό τους σίγουρα θυμήθηκαν, σαν γνήσιες Ελληνίδες το «ή τάν ή επί τάς» των Σπαρτιατισσών, το ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ του Λεωνίδα, τις Σουλιώτισσες με χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας Σουλιώτισσας, που έχασε τον δεκαεπτάχρονο γιο της στη μάχη, απόλυτα ψύχραιμη ρώτησε, πού τον βρήκε το βόλι στο στήθος ή στην πλάτη; και όταν της είπαν και το είδε και μόνη της ότι το βόλι τον βρήκε στο στήθος, με αναφιλητά βροντοφώναξε: «Τι κάθεστε μωρέ, στήστε χορό γύρω από τον λεβέντη μου», τις γυναίκες της Πίνδου τις Ηπειρώτισσες, ζαλωμένες με πυρομαχικά, τρόφιμα και ρούχα και έτσι καταλάγιαζε για λίγο ο πόνος τους παίρνοντας μια ανάσα ανακούφισης και μια φωτοβολίδα ελπίδας που αφήνει για πάντα μια πόρτα να μένει ανοιχτή. Ηρωίδες, ηρωίδες, ηρωίδες μανούλες! Γιατί για σας «απότομα ο ουρανός εθόλωσε, του Ήλιου σβήστηκε το φως και το φεγγάρι εχάθη , μα σας το έταξε ο Αυγερινός, η Λευτεριά πως θάρθει».
Εδώ όμως, εκλεκτοί προσκεκλημένοι και συντοπίτες μου υπάρχει και μία ΑΝΑΜΝΗΣΤΙΚΗ ΠΛΑΚΑ του Πέτρου Νικολάου Κωστόπουλου, που είχα θέσει ως σκοπό της ζωής μου, να τοποθετηθεί για τους παρακάτω λόγους:
- Ο Πέτρος δεν είχε την τύχη να τον κλάψει η μάνα του και γιαγιά μου Βασιλική Κωστοπούλου-Κοντογεώργη, γιατί η μάνα του πέθανε στη γέννα του. Τον έκλαψαν τα αδέρφια του.
- Ο Πέτρος ήταν μια ξεχωριστή προσωπικότητα, επίμονος, παράτολμος, αποφασιστικός, έξυπνος αλλά και εις το έπακρον Φιλόπατρις. Ο πόλεμος του Σαράντα τον βρήκε πρωτοετή Εύελπι στη σχολή Ευελπίδων .
Με την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, κατόπιν Διαταγής του Διοικητή τους, έπρεπε να εγκαταλείψουν τη Σχολή και να επανέλθουν στο τόπο καταγωγής τους. Έτσι θα μπορούσε να γυρίσει στο σπίτι του, στον Πριόλιθο, και να φροντίζει με τον πατέρα του και τον παππού του τον γερο-Θεωνά, τα γιδοπρόβατά τους εκεί απέναντι στον «Ζέμπη», στο «Διάσελο» στην «Παλιοκατούνα» και, και , και …άλλες τοποθεσίες.
Δεν ήταν όμως γι’αυτό γεννημένος, αλλού χτύπαγε η καρδιά του. Ήθελε να αγωνιστεί, να προσφέρει, να πολεμήσει και να θυσιαστεί για την Ελευθερία της Πατρίδας. Πήγε στο Γύθειο της Λακωνίας και επιβιβάστηκε σε ένα από τα σαπιοκάραβα που μετέφεραν εθελοντές για την Κρήτη.
Τα γερμανικά «Στούκας» ανελέητα βομβάρδιζαν, βούλιαζαν και έπνιγαν καράβια, αύτανδρα. Ο Πέτρος όμως στάθηκε τυχερός γιατί το δικό του σαπιοκάραβο με επικίνδυνους ελιγμούς, ξεγλίστρησε και έφτασε στην Κρήτη. Μπήκε αμέσως στο πεδίο της μάχης. Με μια ομάδα Ευέλπιδων έκαναν ανακατάληψη ενός λόφου στο Κολυμπάρι της Κρήτης και ύψωσαν την Ελληνική σημαία. Λιοντάρια ανήμερα οι Ευέλπιδες. Ανάμεσά τους όμως ξεχώρισε κατά τους ιστορικούς ο Πέτρος Κωστόπουλος από τον Πριόλιθο Καλαβρύτων.
Στην προσπάθεια των Γερμανών να επανακαταλάβουν το λόφο, σκότωσε ο ίδιος πέντε Γερμανούς και φυσικά επικηρύχτηκε. Με ανυπέρβλητες δυσκολίες, φεύγει από την Κρήτη και πηγαίνει στη Λέσβο με σκοπό μέσω των τουρκικών ακτών να περάσει στη Μέση Ανατολή και να ενσωματωθεί με τα Ελληνικά στρατεύματα, που εκεί ήταν και η αυτοεξόριστη Ελληνική Κυβέρνηση. «Άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε Θεός κελεύει».
Με σαπιοκάικο, μια ομάδα επτά εθελοντών, φτάνουν στις τουρκικές ακτές, τους συλλαμβάνουν οι Τούρκοι και τους επιστρέφουν στη Λέσβο, παραδίδοντάς τους στους Γερμανούς. Ο Χάρος τους είχε στήσει παγανιά. ΑΥΤΗ ΗΤΑΝ ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΤΟΥ.
Στην περιοχή Τ σ α μ ά κ ι α της Λέσβου, τους στήνουν όρθιους και τους εκτελούν.
Για τους Γερμανούς όμως δεν είχε τελειώσει η τελευταία πράξη του έργου. Έπρεπε να ακολουθήσει και η μακάβρια νεκρική πομπή.
Το άψυχο σώμα του, έπρεπε να τοποθετηθεί σε μεγάλο και ευρύχωρο σάκο και αφού τον γέμισαν με πέτρες, τον βύθισαν στα βαθυγάλαζα νερά του Αιγαίου, ώστε το σώμα του να μη βγει ποτέ στην επιφάνεια.
Άμοιρε και άτυχε Πέτρο- Πέτρο- Πέτρο. Εκεί, εκεί, εκεί θαλασσοδέρνονται ακόμη τα κόκκαλα σου στον αφιλόξενο βυθό του Αιγαίου και ποιος ξέρει αν και σήμερα δεν αντιστέκονται στα τούρκικα γιουρούσια των δουλεμπόρων.
Προανέφερα ότι ήταν σκοπός της ζωής μου να ασχοληθώ με τον ξεχασμένο Ήρωα ΠΕΤΡΟ και μετά από επίμονη πενταετή προσπάθεια, αφού επισκέφτηκα τα Τσαμάκια Λέσβου, άντλησα σημαντικές πληροφορίες, μελέτησα κείμενα από στρατιωτικές πηγές του αρχείου του Γενικού Επιτελείου Στρατού, συζήτησα με συνομήλικούς του χωριανούς και έγραψα ένα πόνημα με τίτλο:
«Πέτρος Ν. Κωστόπουλος, Ηρωικώς αγωνισθείς
και ενδόξως τελειωθείς στις 15 -5-1942»
Το διένειμα σε όλους τους απογόνους από πατέρα και μητέρα και σήμερα το παραδίδω στον πρόεδρο του εκκλησιαστικού συμβουλίου, με την παράκληση να το φυλάξει εντός του Ναού τούτου για να το διαβάζει κάθε επιθυμών, ζων ή επερχόμενος.
Στα αρχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού για τη δράση, αυτοθυσία και αποτελεσματικότητα των τριακοσίων (300) Ευέλπιδων, αναφέρονται και οι Τ Α Ϊ Μ Σ της Ιαπωνίας, συμμάχου της Γερμανίας τότε, που την χαρακτήρισαν ως «την παραδοξότερη και ενδοξότερη Μάχη της Ιστορίας», διότι ήταν το μόνο συντεταγμένο τμήμα που πολέμησε τους Γερμανούς σε όλη την Ευρώπη.
Ως δίδαγμα της σημερινής τελετής πρέπει να μείνει: ΠΟΤΕ ΠΙΑ ΠΟΛΕΜΟΣ, ΠΟΤΕ ΠΙΑ ΒΙΑ. Η ελευθερία του ανθρώπου ενυπάρχει στις λέξεις ειρήνη, δημοκρατία, συμφιλίωση, συναδέλφωση των λαών και ανοχή στους διαφορετικούς πολιτισμούς. Αυτό πρέπει να μεταλαμπαδεύσουμε στους νέους σήμερα και στις επερχόμενες γενιές.
Ταπεινέ διαβάτη, ευλαβικέ προσκυνητή και καλοπροαίρετε επισκέπτη, αν ο δρόμος σου σε φέρει στην Καλαβρυτινή γη, πέρασε και άναψε ένα κεράκι στο ηρωικό Μέγα Σπήλαιο, κατηφόρισε στα ηρωικά και μαρτυρικά Καλάβρυτα, ανέβα τον Γολγοθά στο λόφο του ΚΑΠΗ, γονάτισε και απόθεσε ένα αγριολούλουδο στον μαρτυρικό τόπο, τράβηξε την ανηφόρα που οδηγεί στην Αγία Λαύρα, το λίκνο της λευτεριάς, δροσίσου στον αιωνόβιο πλάτανο και θυμήσου ότι από εκεί ΛΕΒΕΝΤΕΣ ΠΡΩΤΑΝΑΨΑΝ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΤΗ ΦΩΤΙΑ που εις πείσμα πολλών, ακόμη και ο Πρέσβης του Μεξικού επιβεβαίωσε κατά την επίσκεψή του στα Καλάβρυτα στον κ. Δήμαρχο στις 28 -2- 2023.
Σε κάθε χωριό που θα επισκεφτείς, θα διαβάσεις κάποια παρόμοια Αναμνηστική Πλάκα και η καρδιά σου θα πλημμυρίσει με τα ίδια συναισθήματα. Γίνε Πρέσβης της Ελλάδας στη χώρα σου και βροντοφώναξε, πως η Ελλάδα είναι χώρα ειρηνική, φιλόξενη και υπερήφανη. «Ό,τι είναι ο νους και η καρδιά για τον άνθρωπο, είναι η Ελλάδα για την οικουμένη» είχε πει ο μεγάλος φιλέλληνας φιλόσοφος και ποιητής Γερμανός Γκαίτε το 1932.
Αν κάποιος όμως επιβουλευτεί τα ιδανικά και την κυριαρχία μας, τότε ας ηχεί στα αφτιά του:
«ΕΙ ΜΕΝ ΦΙΛΟΣ ΠΕΦΥΚΑΣ, ΕΙΣΕΛΘΕ ΧΑΙΡΩΝ
ΕΙ ΔΕ ΕΧΘΡΟΣ ΚΑΙ ΒΑΣΚΑΝΟΣ
ΠΟΡΡΩ – ΠΟΡΡΩ ΠΕΦΕΥΓΕ ΤΗΣ ΠΥΛΗΣ ΤΑΥΤΗΣ»
Η Ρ Ω Ι Κ Ο Ι Π Ε Σ Ο Ν Τ Ε Σ.
Όλοι μας ΕΜΠΡΟΣ σας, κλείνουμε ευλαβικά το γόνυ και σας υποσχόμαστε ποτέ ξανά μόνοι.
Αξιοσέβαστο ακροατήριο,
ολόγυρά μας βλέπουμε ένα έργο στολίδι, έναν περικαλλή χώρο για το χωριό μας. Όπως υπάρχουν Ήρωες και αφανείς ήρωες ,έτσι υπάρχουν και εμφανείς αλλά και αφανείς παράγοντες.
Ο εμφανής θεσμικός παράγοντας είναι ο δραστήριος, ακάματος και αποτελεσματικός Τοπικός Πρόεδρος Χρήστος Μπουρδής, που σήκωσε στους ώμους του το μεγαλύτερο βάρος των εργασιών και της σημερινής τελετής και αφανής παράγοντας ο ομιλών με την όποια μικρότητα και ταπεινότητα τον διακρίνει.
Συνεργαστήκαμε άψογα και αποτελεσματικά για (2) σκοπούς που είχαμε θέσει ως στόχο.
- Την τοποθέτηση Αναμνηστικής Πλάκας για τους πεσόντες συγχωριανούς μας στους πολέμους του Έθνους, και \
- Την τοποθέτηση Αναμνηστικής Πλάκας για τον Ήρωα -και το εννοώ- συγχωριανό μας αείμνηστο Εύελπι Κωστόπουλο Πέτρο του Νικολάου.
Η προσπάθειά μας ήταν διαρκής, επίπονη και υπομονετική. Ενεργήσαμε με μεθοδικές κινήσεις, κατάλληλους ελιγμούς και όραμα, με αλλεπάλληλες συζητήσεις, παρακλήσεις αλλά και αμφισβητήσεις.
Ευτυχώς όμως στους διάφορους φορείς που απευθυνθήκαμε, βρήκαμε ανοιχτές πόρτες με ευήκοα ώτα και έγιναν χορηγοί μας, όπως:
1) Η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος και συγκεκριμένα ο Αντιπ/ρχης και προσωπικός μου φίλος κ. Ανδρέας Φίλιας, που με δική του παρέμβαση, μας χορηγήθηκε από την Περιφέρεια ένα σεβαστό ποσό.
Φίλε Ανδρέα, μου υποσχέθηκες ότι θα υποστηρίξεις και κάποιο άλλο σημαντικό έργο για το χωριό μας. Ο Ψ Ο Μ Ε Θ Α.
2) Ο πολύ–πολύ αγαπητός και δοτικός Δήμαρχος Καλαβρύτων κ .Αθανάσιος Παπαδόπουλος, που είναι ο διοργανωτής, ο μεγαλύτερος χορηγός και θερμά υποστηρικτής αυτής της προσπάθειάς μας. Κύριε Δήμαρχε περιποιεί μεγάλη τιμή, η εκτίμηση και εμπιστοσύνη τόσο στο πρόσωπό μου, όσο και στο χωριό μας. Δεν ξεχνάμε όμως ότι κάτι τάξατε και για το εγκαταλειμμένο, θα έλεγα Δημοτικό Σχολείο μας και τον αύλειο χώρο του. Στον Τοπικό Πρόεδρο και τον υποφαινόμενο, να μην τάζετε, γιατί έχουμε μνήμη Ελέφαντα,
Α ν α μ έ ν ο υ μ ε.
3) Το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο για την σημαντική συμμετοχή του στο έργο.
4) Οι τοπικοί φορείς και πολλοί ιδιώτες, που ο καθένας συνέδραμε αγογγύστως, ανάλογα των οικονομικών δυνατοτήτων του.
Θα ήταν όμως μεγάλη μου παράλειψη, αν δεν ανέφερα και τη συμβολή του τοπικού Καλαβρυτινού Τύπου, που κάθε χρόνο από το 2018 αναρτούσε το πόνημά μου για τον αείμνηστο Εύελπι Πέτρο Κωστόπουλο και έτσι διατηρούσε στην επικαιρότητα το ιστορικό αυτό γεγονός
Ένα μεγάλο όμως «ευχαριστώ» οφείλω να εκφράσω και στον Πρόεδρο του Ιστορικού Παγκαλαβρυτινού Συλλόγου Πατρών κ. Φώτη Παπαθεοδώρου για τη γόνιμη συνεργασία που είχαμε όταν ήμουν και εγώ Αντιπρόεδρος αυτού του Συλλόγου, αλλά και γιατί συνέδραμε στη διεκπεραίωση της οικονομικής ενίσχυσης από την Περιφέρεια .
Eυχαριστούμε και τη Φιλαρμονική του Δήμου Καλαβρύτων, που δίνει εορταστική ατμόσφαιρα και αύρα στην τελετή μας.
Είναι παρών και ευχαριστώ πολύ και τον αδερφικό μου φίλο Αναστάσιο Σιάτο για την τεχνική επιμέλεια, στην ολοκλήρωση του πονήματός μου για τον Εύελπι Κωστόπουλο Πέτρο.
Σεβαστό και ευυπόληπτο ΚΟΙΝΟ, που με την παρουσία σας τιμάτε σήμερα την εκδήλωσή μας, αφού σας ζητήσω συγνώμη για την υπομονή σας να με ακούσετε, αλλά και για τον ελεύθερο χρόνο που σας έκλεψα, σας καλώ Ο Λ Ο Υ Σ με μια στεντόρεια και ουρανομήκη φωνή, να αναφωνήσουμε από τα βάθη της καρδιάς μας,
Α Θ Α Ν Α Τ Ο Ι.