Το προς την Ιταλίαν ΟΧΙ της Ελλάδος – γράφει ο Γεώργιος Δ. Φωτόπουλος

0
644

Το προς την Ιταλίαν ΟΧΙ της Ελλάδος 

 

Δι’ αυτών η μικρά εις έκτασιν, αλλά Μεγάλη εις περιεχόμενον Ελλάς την 28ην Οκτωβρίου 1940 εδίδαξεν εις ολόκληρον τον κόσμον ότι:

«Η Μεγαλωσύνη των Λαών δεν μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με αίμα».              (Κωστής Παλαμάς)

Επίσης κατέρριψε τον μύθον περί του αηττήτου του Άξονος.

 

  1. Η σκοτεινή διεθνής πολιτικοστρατιωτική κατάστασις:

  α. Η Μεγάλη Βρετανία, η μόνη απομείνασα εγγυήτρια της Ελλάδος (μετά την συντριβήν της Γαλλίας), ευρίσκετο κατά την εποχήν εκείνην εις τις αρχές του Γολγοθά της, εις τα «κακά της χάλια», κατά το κοινώς λεγόμενον.

Συνεπώς, ουδεμίαν βοήθειαν ηδύνατο να ελπίζει η Χώρα μας από την Μεγάλην Βρετανίαν παρά την καλήν πρόθεσιν της τελευταίας, εάν φυσικά αποφασίζαμε να εναντιωθούμε εις τυχόν αξιώσεις του Άξονος.

β. Εις τα Βαλκάνια πάλιν η πολιτική της Γιουγκοσλαβίας, αν και αμφιταλαντευόμενη, ερωτοτροπούσε με τον Άξονα, η Ρουμανία, εντυπωσιασθείσα και αυτή από τις Γερμανικές νίκες και εκτιμήσασα (μετά την κεραυνοβόλον κατάρρευσιν της Γαλλίας) ότι η Γερμανία θα ήτο η μέλλουσα κυρίαρχος της Ευρώπης, έσπευσε να παραιτηθεί των Αγγλικών εγγυήσεων διά την ακεραιότητά της και άνοιξε τις πύλες εις τα χιτλερικά στρατεύματα, με την δήλωσιν ότι επιθυμούσε να συνεργασθή μετά της Γερμανίας και της Ιταλίας. Η Βουλγαρία ασκούσε καιροσκοπικήν πολιτικήν, αν και οι συμπάθειές της ήσαν έκδηλοι προς τον Άξονα, εις τρόπον ώστε μόνον ο κατάλληλος χρόνος εισόδου της εις τον πόλεμον υπελείπετο να προσδιορισθή. Η Αλβανία τέλος είχε καταληφθή υπό των Ιταλών από τον Απρίλιον του 1939.

γ. Εις τον υπόλοιπον κόσμον: 

Οι Η.Π.Α., παρά τις συμπάθειες του Αμερικανικού Λαού προς τα θύματα των ολοκληρωτικών Κρατών, ετήρουν πολιτικήν αψόγου ουδετερότητος εις την αρχήν του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, διά να μην προκαλέσουν Παγκόσμιον ανάφλεξιν και κατ’ εφαρμογήν της πολιτικής των αυτής, απαγόρευαν την πώλησιν πολεμικού υλικού εις τις εμπόλεμες Χώρες, ενώ παράλληλα, διά στόματος του τότε Προέδρου των Φραγκλίνου Ρούσβελτ, διεκήρυσσαν την σταθεράν των απόφασιν να μην αποστείλουν εις την Ευρώπην ούτε έναν Αμερικανόν Στρατιώτην.

Τέλος, η ΕΣΣΔ κατά την εποχήν εκείνην, όχι μόνον ήτο ουδέτερη κατόπιν του μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας συναφθέντος συμφώνου (Αύγουστος 1939), αλλά συμπεριεφέρετο – ύπουλα βέβαια – ως να επέχαιρε για τις γερμανικές νίκες εναντίον των καπιταλιστικών Χωρών, όπως απεκάλει τις Δυτικές Δυνάμεις.

Συνέπεια της ανωτέρω σκοτεινής και κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικής διά την Ελλάδα διεθνούς πολιτικοστρατιωτικής καταστάσεως υπήρξεν η πλήρης γεωγραφική απομόνωσις της Χώρας μας, περιστοιχιζομένης από κατακτηθείσες ή φιλικές προς τον Άξονα χώρες και μη έχουσα ελπίδα βοηθείας από ουδένα.

  1. Το αμυντικόν πρόβλημα της Ελλάδος

α. Ο πιθανός διμέτωπος πόλεμος και η απειλή προσβολής της Ελλάδος από θαλάσσης.

 Εκτός όμως της από Αλβανίας σοβαρωτάτης ιταλικής απειλής, υπήρχεν ακόμη και ο ελλοχεύων κίνδυνος της υπό της καραδοκούσης Βουλγαρίας προσβολής της Ελλάδος εις τον Μακεδονικόν και Θρακικόν χώρον, κίνδυνος ο οποίος θα επέβαλλεν εις την Πατρίδα μας ενδεχομένως διμέτωπον αγώνα.

– Μετά την συντριβήν της Γαλλίας (22-6-1940) και την είσοδον της Ιταλίας εις τον πόλεμον (10-6-1940), οι εναπομείνασες εις την Μεσόγειον Βρετανικές ναυτικές δυνάμεις εξησθένησαν σημαντικά, ώστε η Ελλάς υπεχρεούτο να ενδιαφερθή μόνη της διά την ασφάλειαν των ακτών και των νήσων της.

β. Η άοπλος Ελλάς έναντι της πανόπλου Ιταλίας.

Εις την ανωτέρω απελπιστικήν κατάστασιν, πρέπει να προστεθή ακόμη και ο πενιχρότατος εξοπλισμός των Ενόπλων μας Δυνάμεων.

Ο Ιωάννης Μεταξάς, τέσσαρες μήνες προ της ενάρξεως του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, είχεν ειπεί εις συγκέντρωσιν Ελλήνων Ανωτάτων Αξιωματικών:

«Ο Παγκόσμιος Πόλεμος μας ευρίσκει χωρίς άρματα, χωρίς αεροπλάνα και χωρίς επαρκή άλλα εφόδια. Επομένως, εάν μας επιβληθή ο πόλεμος και μάλιστα κατά μεγάλης δυνάμεως, εξωπλισμένης με σύγχρονα πολεμικά μέσα, δεν έχομεν ούτε οικονομικήν αντοχήν, ούτε άλλα εφόδια διά μακροχρόνιον πόλεμον. Θα αντισταθώμεν όθεν ερρωμένως και θα πέσωμεν ενδόξως.

γ. Η αδυναμία επιστρατεύσεως της Χώρας.

Η Ελλάς αποφασισμένη να μην αναμιχθή εις την μεγάλην σύρραξιν, εάν φυσικά δεν απειλείτο η ακεραιότης της Χώρας απέφευγε παν προληπτικόν μέτρον, το οποίον θα ηδύνατο να θεωρηθή ως πρόκλησις κατά της Ιταλίας.

Παρά το γεγονός ότι εις την Αλβανίαν είχαν συγκεντρωθεί σοβαρές και ετοιμοπόλεμες ιταλικές δυνάμεις, εις μάτην ο μέλλων Αρχιστράτηγος επίεζε και εξελιπάρει την Ελληνικήν Κυβέρνησιν να επιστρατεύση. Ο Ιωάννης Μεταξάς ήτο ανένδοτος, όχι φυσικά λόγω των Γερμανικών διαβεβαιώσεων – τις οποίες ελάχιστα ή και ουδόλως ελάμβανεν υπ’ όψιν – αλλά δι’ άλλους σοβαρωτέρους λόγους, μεταξύ των οποίων οι κυριώτεροοι ήσαν:

  1. Μία καθολική Επιστράτευσις της Ελλάδος απαιτούσε τότε μηνιαίως ένα ποσόν δυσβάστακτον διά τον προϋπολογισμόν της Χώρας. Εάν λοιπόν απεφασίζετο η Επιστράτευσις και η Ιταλία δεν μας επετίθετο, αλλά περιωρίζετο εις ένα είδος ψυχρού πολέμου, θα απειλείτο η Ελλάς με οικονομικήν κατάρρευσιν, δεδομένου άλλωστε ότι τα παιδιά της, εργάτες, αγρότες, κτηνοτρόφοι, αλιείς θα εγκατέλειπαν τις εργασίες των διά να ταχθούν υπό τις Σημαίες της Πατρίδος.
  2. Έπειτα μία παρατεταμένη, άνευ πολέμου, Επιστράτευσις, θα έφθειρε το τόσον πολύτιμον και μη αναπληρώσιμον υλικόν πολέμου και θα προεκάλει – το και σπουδαιότερον – κατάπτωσιν του ηθικού των Ενόπλων Δυνάμεων.
  3. Εάν λοιπόν προεπιστρατεύετο η Ελλάς, η δε Ιταλία δεν εξεδήλωνε την επίθεσίν της, η Ελληνική Κυβέρνησις θα ήτο υποχρεωμένη αργά ή γρήγορα να προβή εις μερικήν ή και ολικήν αποστράτευσιν. Εάν κατά την ρευστήν αυτήν περίοδον της αποστρατεύσεως, εξεδηλούτο η ιταλική επίθεσις, θα ήτο τούτο καταστροφικόν διά την Ελλάδα.
  4. Μία τέτοια προεπιστράτευσις θα προεκάλει τον αντίπαλον.         
  1. Υπό τις ανωτέρω εκτεθείσες πραγματικές αδυναμίες και λογικές εκτιμήσεις: ο Μουσολίνι ήλπιζεν ότι η Ελλάς, με την επίδοσιν του προς αυτήν τελεσιγράφου του, θα άνοιγε τις πύλες της εις τα ιταλικά στρατεύματα ή και αν ακόμη προέβαλλεν αντίστασιν, η αντίστασις αυτή θα είχε προσχηματικόν χαρακτήρα και οπωσδήποτε ταχύτατα θα εκάμπτετο.

Όμως ο Ιταλός δικτάτωρ φαίνεται ότι δεν εγνώριζεν ή ελησμόνησε την ρήσιν του Ξενοφώντος, η οποία επιβεβαιώθηκε πολλές φορές υπό της Ιστορίας, κατά την οποίαν:

«Ούτε το πλήθος, ούτε η ισχύς εἰσίν αἱ εν πολέμω τας νίκας ποιούσαι, αλλ’ οπότεροι αν, συν θεοῖς, ερρωμενέστερον ίωσιν επί τοῖς εναντίοις….».

Ούτω, λοιπόν, αφού εκινητοποίησε την προπαγανδιστικήν του μηχανήν κατά τα Χιτλερικά πρότυπα, διά να εξαπολύση μίαν δυσφημιστικήν εκστρατείαν κατά της Ελλάδος, διέταξε την εκδήλωσιν μιάς ολοκλήρου σειράς από ψευδή και σκηνοθετημένα επεισόδια εις τα ελληνοαλβανικά σύνορα, καθώς επίσης και τον υπό ιταλικού υποβρυχίου τορπιλλισμόν του Ελληνικού Ευδρόμου ΕΛΛΗ, το οποίον τότε εναυλοχούσε σημαιοστόλιστον εις την νήσον Τήνον, προς απόδοσιν τιμών κατά τον μεγάλον Θρησκευτικόν Εορτασμόν της Θεομήτορος (15 Αυγούστου 1940).

Και ύστερα από την αξιοθρήνητον αυτήν προετοιμασίαν του, η οποία απέβλεπεν εις το να εκφοβίση τους Έλληνες και να υποσκάψη το ηθικόν του Ελληνικού Λαού, ώστε ούτος να μη σκεφθή κἄν να απορρίψη το τελεσίγραφόν του ἤ, πολύ περισσότερον, να προβάλη οιανδήποτε αντίστασιν εις τα ιταλικά στρατεύματα, ο Μουσολίνι επιδίδει (διά του εν Αθήναις Ιταλού πρεσβευτού) το ιταμόν τελεσίγραφόν του την 03.00 μεταμεσονύκτιον ώραν της 28 Οκτωβρίου 1940, προς τον Πρωθυπουργόν της Ελλάδος Ιωάννην Μεταξάν, βέβαιος ὢν περί της αμέσου αποδοχής του.

Αλλ’ ηπατήθη οικτρώς …. Ένα ηχηρότατον, βροντώδες, αποφασιστικόν και μεγαλειώδες ΟΧΙ υπήρξεν η απάντησις της Ελλάδος.

Ο Σπύρος Μεταξάς της Ακαδημίας Αθηνών εις το βιβλίον του (Η ΔΟΞΑ ΤΟΥ 40: ΣΤΑ ΒΟΥΝΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΠΕΛΑΓΑ) γράφει:

[Τα μάτια του Πρωθυπουργού καταβροχθίζουν τις λέξεις (του τελεσιγράφου) με μορφήν ανοιχτού καλπασμού….». Γυρεύουν τα εδάφη μας, για βάσεις πολεμικές, ούτε ποιά σημεία στρατηγικά ούτε με ποιούς όρους…. Ζητάνε την Ελλάδα, την γην της, την Λευτεριά, την Τιμή της, ειδεμή θα την πάρουν με το σπαθί τους. Και δεν έχει συζήτηση. Ένα ναι ἤ ένα όχι…. Τότε ο ιταλός πρέσβυς είδε κατάπληκτος, αυτόν τον κοντόσωμον γέρο, με τα γκρίζα μάτια, που είχε αντίκρυ του, να μεγαλώνει, να ψηλώνει, να πλαταίνει, να γκρεμίζει τη στέγη του μικρού σπιτιού της Κηφισιάς, να γιγαντώνεται, να εγγίζει το μέτωπό του τ’ άστρα, να γίνεται τεράστιο «τοτέμ» της φυλής του. Και από το στόμα του έβγαλε δύο συλλαβές, που αντιλάλησαν στα πέρατα του κόσμου: ΟΧΙ!….

Και ο πρέσβυς ποὖχε γλυστρήσει ὣς το καμαράκι της Κηφισιάς, για να σκορπίσει τρόμον, για να παγώσει καρδιές και να λυγίσει θελήσεις, έφυγε, χάθηκε πανικόβλητος, ντροπιασμένος.

Με την απόκοσμη φωνή, που βροντοφώνησε αυτό το ΟΧΙ, μιλούσαν τριάντα αιώνων Ιστορία δοξασμένη, ενενήντα γενιές Ηρώων. Το ΟΧΙ του, απόλυτο, σαν αίσθημα Λαού, τον εταύτιζε απόλυτα και αυτόν με το Έθνος. Από διχτάτορας γινότανε, σε μια στιγμή, λαοπρόβλητος Εθνικός Αρχηγός].

Όταν ο Γκράτσι (= ο ιταλός πρέσβυς) έφυγε, ο Πρωθυπουργός πήρε ήσυχα τηλέφωνον τον Αρχηγόν του Ναυτικού Επιτελείου. Η ώρα ήταν τρεις και μισή. «Από σήμερα», του είπε, «το πρωΐ στις 6 είμαστε σε πόλεμο με την Ιταλίαν. Κατέβα κάτω…. δημοσίευσε αμέσως ό,τι διατάγματα της Επιστρατεύσεως του Ναυτικού έχεις και γενικώς να προβής στην εκτέλεσιν των Σχεδίων του Επιτελείου, για τον Πόλεμον. Ο Θεός βοηθός και η Παναγιά μαζί μας».

 

Τα παιδιά της Ελλάδος, οι Έλληνες μαχητές εις τις θέσεις των, εις τα σύνορά μας, αμύνονται του πατρίου εδάφους. Ο Ήρωας Υπολοχαγός (Λοχαγός από 1-11-1940), Αλέξανδρος Διάκος, εκ Χάλκης Δωδεκανήσου και ο Ήρωας Στρατιώτης Γεώργιος Μπουκουβάλας από την Καρίτσαν Ιωαννίνων, δικηγόρος εις το επάγγελμα, με το αίμα των καθηγίασαν τον Επικόν Αγώνα κατά της βίας και της τυραννίας.

Ο πρώτος (Αλέξανδρος Διάκος) εις το ύψωμα Τσούκα περιοχής Φούρκας της Πίνδου την 1ην Νοεμβρίου 1940 και ο δεύτερος εις την περιοχήν Αηδονοχωρίου Κονίτσης την 28ην Οκτωβρίου 1940, άνοιξαν το Πάνθεον των Ηρώων και Ημιθέων, όπου εισήλθαν 7.948 λεοντόθυμοι Αξιωματικοί και Οπλίτες, οι οποίοι με το αίμα των επότισαν και έκαμαν της Δάφνης να ξανανθίσουν τα κλωνάρια επάνω στης Βορείου Ηπείρου τις πλαγιές, τα νέα για να στολίσουν παλληκάρια, που απ’ όλες της Ελλάδος τις μεριές τραβούν με ορμή με θάρρος και ελπίδα, για να δοξάσουν και πάλιν την Πατρίδα.

Αιωνία η Μνήμη των.

Παρατίθενται:

Αλέξανδρος Διάκος: ο πρώτος Έλληνας αξιωματικός που σκοτώθηκε το 1940

Ο πρώτος Έλληνας (μόνιμος) αξιωματικός που σκοτώθηκε κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο ήταν ο Αλέξανδρος Διάκος.Γεννήθηκε στη Χάλκη των Δωδεκανήσων το 1911, η καταγωγή του όμως ήταν από την Μάνη. Εσφαλμένα αναφέρεται ότι τα Δωδεκάνησα βρίσκονταν το 1911 υπό ιταλική κατοχή. Τα κατείχαν οι Οθωμανοί, οι Ιταλοί τα κατέλαβαν το 1912 (πλην Καστελλόριζου). Ο Διάκος εγκαταστάθηκε στη Ρόδο και σπούδασε στο Βενετόκλειο Γυμνάσιο του νησιού.

  1. Φωτογραφία του Λοχαγού Αλεξάνδρου Διάκου

 

  1. Ανδριάντας του Στρατιώτου Γεωργίου Μπουκουβάλα.

Από τις τρεις και μισή της 28ης Οκτωβρίου αρχίζει η Επιστράτευσις των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας μας με απόλυτον τάξιν και επιτυχίαν, βάσει των υφισταμένων σχεδίων, μια ομαλή μετάπτωσις από την Ειρήνην εις τον Πόλεμον.

[«…. Ο ναύαρχος Καββαδίας, ανεβαίνοντας στον Αβέρωφ, όπου κυματίζει το σήμα του στόλαρχου, βρήκε το τηλεγράφημα που πληροφορούσε το στόλο πως άρχιζε ο πόλεμος. Από το κατάστρωμα της παλιάς ναυαρχίδας του Παύλου Κουντουριώτη…………….. υψώθηκε αλαλαγμός – ένα «ζήτω» μεσούρανο. Και πέταξε από καράβι σε καράβι κι’ αντιλάλησαν τα στενά της Σαλαμίνας, σαν να ξύπνησαν οι ναύτες του Θεμιστοκλή και του Αριστείδη κι’ έψαλλαν, μυριόφωνο, τον αρχαίο παιάνα «Ίτε, παίδες Ελλήνων, ελευθερούτε πατρίδα …. νυν υπέρ πάντων αγών!….»].                                                      (Σπύρος Μελάς)

Εγνώριζαν και γνωρίζουν οι Έλληνες ότι τα Έθνη ζουν, δρουν και συμβάλλουν εις τις υψηλές πραγματοποιήσεις του πνεύματος, όταν δεν λησμονούν την Ιστορίαν των και δεν αθετούν τις υποχρεώσεις των ένεκα ποταπών υλιστικών συμφερόντων ἤ ωφελίμων μεν, αλλ’ όχι ηθικών πολιτικών προσανατολισμών.

Από την πίστιν αυτήν η Ελλάς ήντλησε την δύναμιν ν’ αντιταχθή εις τον αήττητον Άξονα την 28ην Οκτωβρίου 1940 και ΕΝΙΚΗΣΕΝ.

Συνεχίζεται

 

Εν Καμενιάνοις τῆ 25η Οκτωβρίου 2024

Φωτόπουλος Δ. Γεώργιος-Γεωργάκης 

Εκ Μεγάλης Βρύσης Καμενιάνων Καλαβρύτων