Παρουσίαση βιβλίου “Ο στεναγμός του Ίκαρου” του Παναγιώτη Φράγκου.

0
876

Δεν ξέρω πόσο κράτησε η κυοφορία.

Τη φαντάζομαι μακρόχονη και επίπονη αλλά και συναρπαστική όταν άρχισες να νοιώθεις τις πρώτες κινήσεις του εμβρύου, όταν κατάλαβες ότι κάτι ζωντανό υπάρχει στον αμνιακό σάκο. Τις ωδίνες του τοκετού σχεδόν τις νοιώθω στα δικά μου λαγόνια αλλά και την έκσταση της γέννας, όταν για πρώτη φορά βλέπεις το βρέφος.

Το παιδί βγήκε αρτιμελές και θαυμαστό σε κάθε του λεπτομέρεια. Από τα ακροδάχτυλα μέχρι την κορυφή του κεφαλιού. Παρόλο που μιλάει μια γλώσσα δική του, ολόδικη του, ωστόσο το καταλαβαίνεις. Μάλλον το ακούς θα έπρεπε να πω. Όσο το άκουγα, σκεφτόμουνα ότι ακούω ένα ραψωδό ή ένα τροβαδούρο να τραγουδάει ένα πότε λυρικό πότε επικό ποίημα ή ένα καντσιονέρι.

Αντίθετα με το στίχο του Σεφέρη που λέει ότι «η φρίκη δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή γιατί είναι αμίλητη και προχωράει», το δικό σου το παιδί την κουβεντιάζει και της δίνει φωνή, και τι φωνή ! Θαρρείς οι λέξεις έγιναν πινέλα και ζωγράφισαν πίνακες – παιδιά του Ιερώνυμου Μπος.

Πώς περιγράφει κάποιος ένα εφιαλτικό κόσμο, που δεν το έχει ζήσει ; Από πού ανασύρει τα υλικά; Εδώ είναι η μαστοριά. Να μετατρέπεις τις αφηγήσεις σε βίωμα και μετά σε ιστορία. Με πόση έγνοια όμως μαζεύτηκαν κύταρο κύταρο, σπυρί σπυρί, πόντο πόντο. Πόσο μαλλί έβαλες στην ανέμη για να κάνεις το κουβάρι. Και πως μεταποιήθηκε το υλικό αυτό !

Σε τι περιγραφές ολοζώντανες !

Και εάν οι λέξεις σου τελείωναν, έβγαλες καινούργιες από το στομάχι, την καρδιά, το αίμα σου. «Το κήτος, τέρας της Αποκάλυψης τρομερότερο των γραφών, τρομακτικότερο των ζωγραφιών, των φρικτών της κόλασης στα ξωκλήσια παράξενο, μακρομούτσουνο με στόμα βαγένι, θεόρατο με λοξό το χείλος του ανέβαινε…..» μας λέει για ένα υποβρύχιο που αναδύεται από το σκοτεινά νερά.

Και ο μίτος ξετυλίγεται και ρέει κελαρυστικά το λάλον ύδωρ. Τόσος πόνος, τόσο λυχνάρια που έσβησαν και άλλα, λίγα, που έμειναν αναμμένα σαν μικροί φάροι που δείχναν τους δρόμους της θάλασσας τις ολοσκότεινες νύχτες. Και πόσο με συγκίνησε που ακούγονται οι φωνές και οι σκέψεις των ταπεινών, κυρίως των κοριτσιών εκείνων που κατ’ ευφημισμό τα λέμε ψυχοκόρες που δεν είναι τίποτα άλλο από φαμέγιες, δουλικά. Αυτών που « πριν καταλάβουν πως ήταν άνθρωποι, ήξεραν πως είναι φτωχοί».

Αλλά δεν είναι μόνο η φρίκη. Είναι και η ελπίδα και η απελπισία, η πείνα και η απόγνωση, ο αγώνας και οι προδοσίες, η προσφυγιά και οι αλλά και οι χαρές, η δύναμη της ζωής. Τα πάθη των ανθρώπων ζώντων τε και τεθνεότων.

Οι μικροϊστορίες είναι τα κομματάκια του μεγάλου παζλ της νεότερης ιστορίας της χώρας. «Η καημένη η πατρίδα, δίχως κρέας πάνω της, ταΐζει χρόνια με το μεδούλι των κοκκάλων της φαύλα κακομπολιασμένα όνειρα». Είναι πολλά αυτά που νοιώθεις σε όλη τη διαδρομή της ιστορίας.

Όμως για μένα και μόνο που διέσωσες τις μνήμες τόσων ψυχών που έζησαν στο περιθώριο της ζωής και τους έδωσες φωνή να διηγηθούν την πολύτιμη, τη μοναδική ζωή τους, μου γεννά την ανάγκη να σου πω ένα μεγάλο ευχαριστώ.

Ας είσαι ευλογημένος.