Συμπληρώνονται φέτος πενήντα χρόνια από την Τουρκική εισβολή στη μαρτυρική Μεγαλόνησο το καλοκαίρι του 1974 που άφησε πίσω της οδυνηρές πληγές, τόσο για τον Ελληνισμό της Κύπρου αλλά και για ολόκληρο το Έθνος. Γι’ αυτό και το χρέος επιβάλλει να μην λησμονούμε όσα συνέβησαν, όχι μόνο για να αποδίδουμε τιμή σε αυτούς που θυσιάσθηκαν και να αντλούμε δυνάμεις από το φρόνημά τους, αλλά και για να διδασκόμαστε από τα λάθη μας.
Έζησα τον ματωμένο και παράφρονα εκείνο Ιούλιο και Αύγουστο του 1974 στην πρώτη γραμμή του πυρός και διασώθηκα από θαύμα. Γι’αυτό ευχαριστώ και τιμώ την προστάτιδα του πυροβολικού μας Αγία Βαρβάρα, η οποία ένιωθα ότι ειχε απλώσει ένα δίχτυ προστασίας για τους στρατιώτες μου και για μένα, σε όλες μας τις κινήσεις μέσα σε εκείνο το θανατηφόρο περιβάλλον. Δύο φορές προσπάθησε η Τουρκική αεροπορία να μας προσβάλει με βόμβες ναπάλμ για να μας κάψει ζωντανούς και τις δύο απέτυχε, τη δεύτερη φορά μάλιστα η βόμβα έπεσε σε όχημα της ειρηνευτικής δύναμις των Ηνωμένων Εθνών που εκκινήτο πλησίον μας και αποτεύφρωσε όλους τους επιβαίνοντες σε αυτό. Την εικόνα της μου είχε δώσει ο Διοικητής μου,όταν το πρωί της 20ης Ιουλίου στην πύλη του στρατοπέδου μας, μου ανέθεται την πρώτη πολεμική αποστολή,για να δράσω ανεξάρτητα από την υπόλοιπη μονάδα με την πυροβολαρχία μου, σε ένα περιβάλλον που δεν γνώριζες αν έχει επιστροφή. Τα λόγια του ηχούν ακόμη στα αυτιά μου “Δημήτρη καλή τύχη! Η Παναγία να είναι μαζί σας και η Αγία Βαρβάρα προστάτης και οδηγός σας”. Ήταν τα τελευταία λόγια ευθύνης και από καρδιάς που άκουσα απο το στόμα του, γιατί τέσσερεις ημέρες αργότερα ο ίδιος ταξίδεψε για το Πάνθεον των ηρώων του Ελληνισμού μετά από ύπουλο κτύπημα των τουρκικών δυνάμεων εισβολής κατά την διάρκεια της εκεχειρίας. Την είχα επάνω μου καθ’ολη τη διάρκεια των επιχειρήσεων και δεν την έχω αποχωριστεί εδώ και πενήντα χρόνια.
Έχουν γραφεί τόμοι βιβλίων σχετικά με όσα συνέβησαν στην Κύπρο πριν από πενήντα χρόνια, νομίζω ότι σχεδόν έχουν καλύψει όλες τις πτυχές των τραγικών εκείνων γεγονότων,που άρχισαν από τις 15 Ιουλίου 1974 με το εγκληματικό εκείνο πραξικόπημα και ολοκληρώθηκαν με την παράνομη Τουρκική εισβολή. Κάποιοι ανεγκέφαλοι τότε, χωρίς πολιτική γνώση, ούτε στρατηγική σκέψη, αλλά και χωρίς κοινή λογική, σε συνεργασία με άλλους όμοιούς τους στην Κύπρο, θεώρησαν ότι με την ανατροπή του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, θα επιτύγχαναν την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Ήταν τέτοια η αφέλειά τους ώστε δεν σκέφτηκαν ότι μια τέτοια ενέργεια εναντίον ενός διεθνώς ανεγνωρισμένου ηγέτη, σε ένα κράτος του οποίου η οντότητα στηρίζεται σε διεθνείς συμφωνίες και με εγγυήσεις τρίτων χωρών, αλλά και σε μια περιοχή όπου συγκρούονται τα συμφέροντα ισχυρών δυνάμεων. Ετσι λοιπόν τη βίαιη ανατροπή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου ακολούθησε ένας πενθήμερος αδελφοκτόνος εμφύλιος σπαραγμός που μέτρησε θύματα και από τις δύο πλευρές. Το χειρότερο όμως που δημιούργησε το πραξικόπημα ήταν ο αποσυντονισμός, η καταπόνηση και ο αποπροσανατολισμός των μονάδων από το κύριο στρατιωτικό τους έργο που ηταν η άμυνα του νησιού. Δώσανε έτσι την ευκαιρία την οποία για αρκετά χρόνια περίμεναν με υπομονή οι Τούρκοι και με βάσει το ρόλο τους ως εγγυήτρια δύναμη, να εκμεταλευθούν την παραφροσύνη του πραξικοπήματος και να παρουσιάσουν την παράνομη εισβολή τους ως ειρηνευτική δήθεν επιχείρηση για την αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας στην Κύπρο όπως καθόριζαν οι συνθήκες Ζυρίχης και Λονδίνου, παραπλανώντας έτσι την διεθνή κοινή γνώμη, η οποία εκείνη την εποχή παρέμεινε αδρανής και η Ελλάδα βρέθηκε απομονωμένη από το σύνολο των συμμάχων της.
Θα προσπαθήσω όσο περιληπτικά γίνεται να παρουσιάσω ορισμένα στοιχεία από την συμμετοχή μου σ’ εκείνη τη δοκιμασία, όπως τα έζησα.
Η Τουρκία από τις απογευματινές ώρες της 19ης Ιουλίου 1974 άρχισε να δείχνει τις προθέσεις της:
Πρώτον, με την κινητοποίηση του στόλου της με κατεύθυνση την Κύπρο και μάλιστα με πορεία απέναντι από το ακρωτήριο του Αγίου Ανδρέα. Ήταν μία παραπλανητική κίνηση μέχρι ενός σημείου, στην προσπάθειά της να μην φανερώσει που θα ήταν η κύρια αποβατική της ενέργεια. Στην Αμμόχωστο ή στην Κερύνεια
Δεύτερον,με την παραβίαση του εναερίου χώρου της Κύπρου και την διέλευση πολεμικών αεροσκαφών της στο Βόρειο τμήμα του νησιού πάνω από την οροσειρά του Πενταδάκτυλου.
Σε ομιλία στη Λευκωσία προς τιμή του ήρωα Διοικητού του στο σύνδεσμο Εφέδρων Πυροβολικού.
Τρίτον, με την έλευση του σκότους διεπιστώθει από σκοπούς της μονάδος μου της 181 ΜΠΠ, που είχε έδρα της την κωμόπολη Τρίκωμο δεκαπέντε περίπου χιλιόμετρα βόρεια της Αμμοχώστου, ότι τουρκοκύπριοι πολίτες από κοντινά τουρκοκυπριακά χωριά επιβαίνοντες σε ΙΧ οχήματα άρχισαν να παρακολουθούν την μονάδα, προφανώς για να διαπιστώσουν εάν ευρίσκετο εντός του στρατοπέδου εκείνο το βράδυ. Την πληροφορία αυτή η μονάδα την διαβίβασε στους προϊσταμένους της για να ενημερωθούν μήπως το ίδιο συνέβαινε πιθανώς και σε άλλες μονάδες, γιατί σίγουρα οι Τούρκοι ήθελαν να είναι βέβαιοι ότι όλες οι μονάδες ήσαν ακόμη εντός των στρατοπέδων τους.
Με βάση τις ενδείξεις που ανέφερα και πολύ περισσότερες πληροφορίες που θα είχαν τα προϊστάμενα κλιμάκια από άλλες πηγές που διέθεταν και συγκεκριμένα, από το κλιμάκιο της ΚΥΠ στην Κερύνεια, από τους στρατιωτικούς ακόλουθους στο Λονδίνο και την Σμύρνη, δεν αξιολογήθηκαν σωστά για να λάβουν κάποια μέτρα σύμφωνα με την εξέλιξη της καταστάσεως. Όπως, να κινηθούν οι μονάδες προς τους χώρους διασποράς εκτός στρατοπέδων εκείνο το βράδυ, για να μην βρεθούν με το πρώτο φως εντός των στρατοπέδων τους και προσβληθούν από την εχθρική αεροπορία. Με δεδομένο ότι από τα μεσάνυχτα είχε αρχίσει να φαίνεται που θα ήταν η κύρια ενέργεια των τουρκικών δυνάμεων εισβολής, δεν φρόντισαν να προσανατολίσουν κάποιες κατάλληλες μονάδες προς την περιοχή της Κερύνειας, ώστε να είναι έγκαιρη και άμεση η επέμβασή τους ιδίως στα πρώτα κύματα της αποβάσεώς τους που ήταν και τα ποιό κρίσιμα.
Έτσι ενώ η επιθετική ενέργεια των Τουρκικών δυνάμεων την νύχτα της 19ης προς 20 Ιουλίου ήταν εμφανής η στρατιωτική ηγεσία παρέμεινε αδρανής και το σπουδαιότερο την εφησυχαστική αυτή λογική προσπάθησαν να την μεταφέρουν και στις πολεμικές μονάδες της Κύπρου λέγοντας “Δεν δικαιολογείται ανησυχία! Χρειάζεται αυτοσυγκράτηση! Πρόκειται περί γυμνασίων.” Αυτό βέβαια είναι κάτι που η Ιστορία πλέον οφείλει να εξιχνιάσει!
Ξημέρωμα 20ης Ιουλίου, πλήρης αιφνιδιασμός, οι Τουρκικές αποβατικές και αεροαποβατικές δυνάμεις άρχισαν τις επιθετικές τους ενέργειες, λες και έκαναν εκπαιδευτική άσκηση. Καμία αντίδραση, οι μονάδες ακόμη στα στρατόπεδα. Πως να μην υπάρξει αιφνιδιασμός, όταν αξιωματικοί από μονάδες της Λευκωσίας που βρέθηκαν το βράδυ της 19ης Ιουλίου στο Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ) για να ενημερωθούν για την κατάσταση, άκουσαν αξιωματικό από το επιτελείο του στρατηγείου να τους λέει, κύριοι μην ανησυχείτε δεν υπάρχει πρόβλημα μπορείτε να πάτε για ύπνο.
Η έλλειψη διαταγών εκείνη τη νύχτα προς τις πολεμικές μονάδες, έδωσε ενα ακόμη πλεονέκτημα στην επιχείρηση των Τούρκων διευκολύνοντας το έργο τους. Το πλεονέκτημα το οποίο είχαμε λόγω του ότι εμείς ευρισκόμαστε σε γνωστό και σταθερό έδαφος και οι μονάδες ηταν αρκετές και ικανές να αντιμετωπίσουν την κατάσταση στην πρώτη φάση, γιατί οι Τούρκοι θα έπρεπε να εισβάλουν από τον αέρα ή την θάλασσα, το χάσαμε από τον εφησυχασμό και τις καθυστερημένες αποφάσεις της τότε ηγεσίας.
Όταν άρχισαν το πρωί να φτάνουν οι διαταγές για κινητοποίηση των μονάδων με αρκετά μεγάλη καθυστέρηση, οι Τούρκοι είχαν αποβιβάσει τα πρώτα τμήματά τους στην περιοχή Πέντε Μίλι δυτικά της Κερύνειας, είχαν ρίξει αλεξιπτωτιστές και είχαν μεταφέρει με ελικόπτερα τμήματα στην περιοχή που ελέγχετο από αυτούς μεταξύ Γκιόνελι και Αγύρτας. Η τουρκική αεροπορία έχοντας πλήρη έλεγχο του πεδίου και σχεδόν χωρίς καμία απειλή να την εμποδίζει, άρχισε να κτυπά άνετα τους προεπιλεγμένους στόχους της και τα στρατόπεδα, με πρώτο εκείνο της ΕΛΔΥΚ. Άλλες μονάδες κτυπήθηκαν καθ’ οδόν προς τους χώρους τελικού προορισμού, άλλες κατά την έξοδό τους από τα στρατόπεδα και άλλες εντός των στρατοπέδων ακόμη. Αποτέλεσμα αυτού ήταν ο αποσυντονισμός τους και η μείωση της μαχητικής τους ισχύος. Έτσι λοιπόν, ενώ οι Τούρκοι συνέχιζαν ανενόχλητοι τις ενέργειές τους προς τους αντικειμενικούς τους σκοπούς, οι μονάδες της Κύπρου εκινούντο στο φως της ημέρας σε ένα τελείως ακάλυπτο περιβάλλον, κάτω από την πλήρη αεροπορική υπεροχή της Τουρκικής αεροπορίας και το σπουδαιότερο τις κινήσεις των Ελληνοκυπριακών μονάδων τις πρόδιδαν και οι Τουρκοκύπριοι που ήσαν διάσπαρτοι σε όλο το νησί.
Η συμμετοχή των μονάδων πυροβολικού υπήρξε δυναμική, καθ’ όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι οι υπηρετούντες τότε Κύπριοι στρατιώτες ήταν στην κυριολεξία παιδιά, που έκαναν τη θητεία τους από τα δεκαοκτώ τους μέχρι τα είκοσι χρόνια, ανταποκρίθηκαν άριστα στα καθήκοντά τους με αποτέλεσμα οι μονάδες πυροβολικού να αποδώσουν σε ύψιστο βαθμό στις απαιτήσεις του δύσκολου εκείνου αγώνα. Ο όγκος των πυρών που εκτόξευσε με το σθένος εκείνων των στρατιωτών που στάθηκαν επάξια στις δυσκολίες επί του πεδίου, έγινε αισθητός από τους Τούρκους.Για αυτό κατά την διάρκεια της εκεχειρίας έθεσαν ως όρο να μην συνεχίσει να βάζει το πυροβολικό γιατί θα χρησιμοποιούσαν την αεροπορία τους.
Η εκεχειρία και ιδιαίτερα η δέσμευση των πυροβόλων από την16.00η ώρα της 22 Ιουλίου μέχρι την14η Αυγούστου 1974 εφαρμόστηκε μονομερώς, μόνο από την Ελληνοκυπριακή πλευρά. Αντιθέτως οι εισβολείς την εκμεταλλεύτηκαν, αδιαφορώντας μάλιστα και για την παρουσία της ειρηνευτικής δύναμις των Ηνωμένων Εθνών και εξακολούθησαν να αποβιβάζουν ανενόχλητοι όλο τον όγκο των δυνάμεών τους σε προσωπικό και μέσα, συνεχίζοντας έτσι την προέλασή τους για την διεύρυνση του θύλακα που αρχικά είχαν δημιουργήσει, καταλαμβάνοντας το ένα μετά το άλλο τα Ελληνοκυπριακά χωριά και έτσι οργανωμένοι και ενισχυμένοι αλλά και με τον αέρα του νικητή να είναι έτοιμοι στις 14 Αυγούστου αφού προηγουμένως διέκοψαν ξαφνικά τις συνομιλίες που διεξήγοντο στη Γενεύη, να εξαπολύσουν την δεύτερη φάση της εισβολής τους με την κατάληψη της γραμμής Αττίλα, όπως έχει διαμορφωθεί μέχρι σήμερα.
Ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα των Τουρκικών δυνάμεων εισβολής, το οποίο μάλιστα δεν έτυχε και αναλόγου προβολής, υπήρξε και η καταστροφή της μονάδος μου της 181ΜΠΠ που έγινε στις 23 Ιουλίου, την επομένη από την έναρξη της εκεχειρίας, που άρχισε από την 16.00 ώρα της 22ας Ιουλίου. Υπόψη ότι η Γ’ Πυροβολαρχία την οποία διοικούσα ενεργούσε σε αλλο τομέα από την έναρξη των επιχειρήσεων με διαταγή της Διοικήσεως Πυροβολικού του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ). Η αποστολή που μου εδόθη ηταν να υποστηρίξω τις μονάδες που επιχειρούσαν στην περιοχή της Αμμοχώστου για την απομόνωση του Τουρκοκυπριακού θύλακα της Αμμοχώστου,εκεί που πρίν από δέκα ακριβώς χρόνια (τον Μάιο του 1964) είχε φονευθεί δόλια ο Καλαβρυτινός λοχαγός τότε Βασίλειος Καποτάς. Στη συνέχεια της πρώτης φάσης πήρα διαταγές να υποστηρίζω τις μονάδες πεζικού που επιχειρούσαν την εξουδετέρωση Τουρκοκυπριακών αντιστάσεων που παρεμπόδιζαν την ασφαλή διέλευση των Ελληνοκυπριακών δυνάμεων κατά την κίνησή τους στην νέα και παλαιά οδό τότε μεταξύ Αμμοχώστου και Λευκωσίας. Κατά τη δεύτερη φάση της εισβολής αφού πλέον είχε καταστραφεί όλη η υπόλοιπη μονάδα βρέθηκα με την Πυροβολαρχία μου στη περιοχή της Λευκωσίας απέναντι από τα ενισχυμένα Τουρκικά στρατεύματα σε μια απέλπιδα προσπάθεια να παρεμποδίσουμε να προελάσουν στον πεδινό χώρο της Λευκωσίας για κατάληψη της Αμμοχώστου. Πράγμα πολύ δύσκολο αν όχι αδύνατον, καθόσον η αναλογία δυνάμεων είχε πλέον ανατραπεί εις βάρος μας, λόγω της ανεμπόδιστης αποβίβασης όλων των δυνάμεών τους κατά την διάρκεια της εκεχειρίας.
Ο υπολοχαγός Δημήτριος Κούκουρας με τον ήρωα Διοικητή του Αντισυνταγματάρχη Καλμπουρτζή Στυλιανό την ημέρα του Πάσχα τον Απρίλιο του 1974 στο στρατόπεδο της μονάδας τους στο Τρίκωμο Αμμοχώστου στην Κύπρο.
Ο Διοικητής μου από την ώρα που άρχισε η εκεχειρία αντελήφθει έγκαιρα ότι η μονάδα είχε αρχίσει να βρίσκεται σε δυσμενή θέση, καθότι οι ενδείξεις που είχε ήταν σαφείς. Η προς βορρά έξοδος μέσω Πέλλα Παΐς προς Κερύνεια είχε καταληφθεί απο τους Τούρκους και η άλλη προς Νότο μέσω χωρίου Συγχαρί προς τον πεδινό χώρο της Λευκωσίας είχε αρχίσει να ελέγχεται με πυρά από το εχθρικό πεζικό και η κατάσταση όσο περνούσε ο χρόνος γινόταν ακόμη δυσκολότερη. Επί πλέον όλα τα φίλια τμήματα πεζικού που ήσαν μπροστά από την Μονάδα είχαν συμπτυχθεί και ευρίσκοντο όπισθεν αυτής. Αντιθέτως τα εχθρικά τμήματα προωθούντο πλησιάζοντας επικίνδυνα προς αυτήν.
Το ΓΕΕΦ κατά τρόπο απαράδεκτο παρά τις εκκλήσεις τις μονάδος για έγκαιρη μετακίνησή της σε ασφαλέστερη θέση συνέχισε να επιμένει ότι η μονάδα έπρεπε να παραμείνει στη θέση της για να υλοποιεί την γραμμή επαφής, πράγμα επικίνδυνο και αντικανονικό για μονάδα πυροβολικού. Έφθασε μάλιστα στο σημείο λίγες ώρες πριν δεχθεί την φονική επίθεση να αποστείλει επί τόπου τον Διοικητή Πυροβολικού του ΓΕΕΦ Σχη Πούλο Γεώργιο για να εξετάσει την κατάσταση. Ο Διοικητής Πυροβολικού κάτω απο την πίεση των οδηγιών του ΓΕΕΦ έδωσε εντολή να παραμείνει η μονάδα στη θέση της, λέγοντας μάλιστα ότι οι πυροβολιτές δεν υποχωρούν και αν απαιτηθεί πέφτουν επάνω στα πυροβόλα τους. Με δεδομένο ότι τα χέρια του Καλμπουρτζή ήταν δεμένα από την εντολή πυροβόλα δεσμευμένα, γιατί αν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα πυροβόλα του θα τους είχε διαλύσει και η Μονάδα θα είχε σωθεί χωρίς να χρειασθεί να δώσει αγώνα σώμα με σώμα εναντίον οργανωμένων τμημάτων πεζικού και μάλιστα από αρκετά μειονεκτική θέση.
Μετά από αυτές τις εντολές η τύχη του Διοικητού μου και της μονάδας του ήταν προδιαγεγραμμένη. Ο Καλμπουρτζής έπεσε ηρωικά μαζί με τριανταεπτά από τα παλικάρια του αποδεικνύοντας ότι τα δύσκολα είναι για τους ικανούς και η δόξα για τους γενναίους. Με το υψηλό αίσθημα ευθύνης, το ήθος και την πολεμική αρετή τα οποία τον διέκριναν αντελήφθη έγκαιρα τον κίνδυνο που άρχισε να απειλεί τη μονάδα του αποδείχθηκε και γενναίος. Γιατί όπως είχε γράψει ο ακαδημαϊκός αείμνηστος Ευάγγελος Παπανούτσος: “Γενναίος δεν είναι εκείνος που δεν υπολογίζει τον κίνδυνο επειδή τον αγνοεί, ούτε ο άφοβος από μωρία ή θηριωδία. Γενναίος είναι εκείνος που και επίγνωση του κινδύνου έχει και φοβάται. Υπερνικάει όμως τους φόβους του και ρίχνεται στον κίνδυνο, όταν πρόκειται να υπηρετήσει αξίες που βρίσκονται πάνω από αυτή την ίδια του τη ζωή”
Απόδειξη του υψηλού επιπέδου επαγγελματικής κατάρτισης, πολεμικής αρετής και ήθους τα οποία διέθεται ο Καλμπουρτζής είναι ότι το βράδυ της 19ης Ιουλίου με βάση τις ενδείξεις του εχθρού,είχε αφουγκρασθεί τον κίνδυνο που απειλούσε την Κύπρο από το ξημέρωμα της 20ης Ιουλίου και γι’αυτό όλη την νύχτα μας έδινε οδηγίες και κατευθύνσεις για την καλύτερη προετοιμασία της Μονάδος ώστε να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε κατάσταση κάτω από τις ευνοϊκότερες συνθήκες. Θυμάμαι μάλιστα που με κάλεσε στο γραφείο του αρκετά μετά τα μεσάνυχτα προς το ξημέρωμα εκείνης της τραγικής ημέρας και με ρώτησε σε ποιά φάση βρίσκεται η προετοιμασία της Πυροβολαρχίας μου για ανάληψη πολεμικής αποστολής εάν απαιτηθεί. Του απάντησα αμέσως, αυτή τη στιγμή είμαστε έτοιμοι να κινηθούμε και να δράσουμε σε οποιοδήποτε σημείο του νησιού εάν διαταχθούμε. Είδα το πρόσωπό του να λάμπει από ικανοποίηση με αυτό που του είπα και αμέσως με κάποιο προβληματισμό μου απάντησε, δυστυχώς μέχρι αυτή τη στιγμή δεν έχουμε κάτι συγκεκριμένο, εσύ να είσαι σε ετοιμότητα γιατί η μέρα που ξημερώνει δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει.
Δυστυχώς το έγκλημα αυτό των δυνάμεων εισβολής δεν έλαβε την δημοσιότητα που έπρεπε και δεν ανεδείχθει ως έγκλημα πολέμου, παρά την παρουσία της ειρηνευτικής δύναμις Ηνωμένων Εθνών που υποτίθεται επέβλεπε την εκεχειρία. Οι Τούρκοι μάλιστα μετά την καταστροφή έστειλαν συνεργείο και βιντεοσκόπησαν τον τόπο του εγκλήματός τους για να τον δείχνουν στα πλήθη τους και να καμαρώνουν για τα εγκλήματά τους. Από τις εικόνες που παρουσίασαν φαίνεται καθαρά πως η μονάδα ήταν σε φάλαγγα με τα πυροβόλα συνδεδεμένα στα οχήματα και έτοιμη για αναχώρηση, δηλαδή εκτός πολεμικής αποστολής.
Δεν μπορώ παρά τα τόσα χρόνια που πέρασαν να φύγει από το μυαλό μου,η αφέλεια και ο εφησυχασμός που επέδειξε η τότε ηγεσία της Κύπρου η οποία παρά τις ενδείξεις για εισβολή, δεν έλαβε κανένα προληπτικό μέτρο. Οι Τούρκοι σίγουρα παρακολουθούσαν τις μονάδες εκείνο το βράδυ, με βάσει την πληροφορία που έδωσε η μονάδα μας, για να ειναι σίγουροι ότι θα μας έπιαναν στον ύπνο. Και τώρα σκέφτομαι, εάν είχαμε βρεθεί στους χώρους διασποράς εκείνο το βράδυ, θα αποφάσιζαν με τόση άνεση να κάνουν τις ενέργειές τους;
Αξίζει επίσης να αναφέρω το εξής περιστατικό όπως μου το μετέφερε ο στρατιώτης της πυροβολαρχίας μου, Στέλιος Ιωάννου από το Τρίκωμο, μετά τον πόλεμο. Ο Ιωάννου ειναι γιός του ήρωα της ΕΟΚΑ Ιωάννου Στυλιανού Γιαννή που εφονεύθη το έτος 1957 από έκρηξη νάρκης κατά τον αγώνα της ΕΟΚΑ εναντίον των Άγγλων.Το στρατόπεδο μάλιστα της μονάδας μας στο Τρίκωμο έφερε το όνομα του ήρωα πατέρα του “Στρατόπεδο ΙΩΑΝΝΟΥ.” Ο Στέλιος όταν το πρωί της 20ης Ιουλίου αντελήφθη ότι η Πυροβολαρχία μας θα έφευγε πρώτη και ανεξάρτητα από την υπόλοιπη μονάδα, παρουσιάστηκε στο Διοικητή και του ζήτησε να μην ακολουθήσει την Πυροβολαρχία και να μείνει να φύγει με την υπόλοιπη μονάδα για να είναι μαζί με τον αδελφό του, που είχε παρουσιασθεί την νύχτα με αυτούς που είχαν επιστρατευθεί. Ο Διοικητής του απάντησε ότι πρέπει να ακολουθήσεις το Λοχαγό σου γιατί δύο αδέλφια στον πόλεμο δεν πρέπει να είναι στο ίδιο σημείο.
Δεν πέρασαν πολλές ώρες και ο Διοικητής απεδείχθη πόσο δίκαιο είχε. Στους δύο πρώτους νεκρούς που είχε η Μονάδα κατά την κίνησή της προς το χώρο τελικού προορισμού ο ένας ήταν ο αδελφός του Στέλιου. Το όχημα στο οποίο επέβαιναν εβλήθη από ρουκέτα αεροπλάνου λίγο πριν φθάσουν στο χώρο τελικού προορισμού στον Πενταδάκτυλο.
Αποτίοντας τον ελάχιστο φόρο τιμής προς τον ήρωα Διοικητή μου, Αντιστράτηγο Στυλιανό Καλμπουρτζή και σε όλους τους πυροβολιτές που έπεσαν ηρωικά σε αυτό τον αγώνα,θα επαναλάβω τα λόγια με τα οποία έκλεισε την ομιλία στις 23 Ιουλίου του 1995 η τότε υπουργός παιδείας της Κύπρου αείμνηστη Κλαίρη Αγγελίδου στα αποκαλυπτήρια της προτομής ενός εκ των ηρώων της μοναδας μου, του στρατιώτη Νίκου Ψαρά στο Παραλίμνι της Αμμοχώστου λέγοντας τα εξής:“Ο θάνατός σας είναι ζωή το αίμα σας κρασί ελευθερίας”. Τα αποκαλυπτήρια στα οποία είχα κληθεί και εγώ από το Δήμο Παραλιμνίου να μιλήσω για τον ήρωα, έγιναν από τον τότε πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας αείμνηστο Γλαύκο Κληρίδη
Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθώ και στον ηρωϊκό θάνατο του στρατιώτη Νίκου Ψαρά από το Παραλίμνι.
Ο Ψαράς επικεφαλής της φάλαγγας που είχε δημιουργηθεί για αναχώρηση επέβαινε επι οχήματος που έφερε τετράδυμο αντιαεροπορικό πολυβόλο των πενήντα χιλιοστών. Ανταπέδωσε άμεσα τα πυρά που δέχθηκε στην αρχή, στη συνέχεια ο όγκος των πυρών που ακολούθησε τον τραυμάτισε βαριά και λίγο πριν αφήσει την τελευταία του πνοή στο πεδίο της μάχης είπε στους συμπολεμιστές του που βρέθηκαν κοντά του “ να πείτε στη μάνα μου να μην κλάψει για μένα εγώ πέφτω για την Πατρίδα.”
Σε αυτούς τους ηρωικούς αγώνες που έδωσαν τα Ελληνικά τμήματα στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1974 κατά την Τουρκική εισβολή, συμμετείχαν και τα νιάτα του ιστορικού μας Δήμου Καλαβρύτων.
Είκοσι ένας Καλαβρυτινοί αγωνιστές έδωσαν την δική τους δυναμική παρουσία. Τα παλικάρια αυτά όταν η υποχρέωση προς την Πατρίδα τους κάλεσε να αναμετρηθούν με τον θάνατο, ανταποκρίθηκαν με γενναιότητα. Έβαλαν στη ζυγαριά του καθήκοντος στη μία μεριά το θάνατο και στην άλλη τη δύναμη της ψυχής τους,για να υπερασπισθούν μια γη Ελληνική εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια.
Ηρωικά πεσόντες:
Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος από τα Τριπόταμα .
Τραυματίστηκε σοβαρά στις 20 Ιουλίου από βλήμα αεροπλάνου υπερασπιζόμενος το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ και λίγες μέρες αργότερα κατέληξε στο νοσοκομείο της Λευκωσίας.
Σωτήριος Τζουράς από τις Κορφές, επίλεκτος οπλίτης των ειδικών δυνάμεων εκλήθη με τη μονάδα του την Α’ Μοίρα Καταδρομών που είχε έδρα της την Κρήτη, να εκτελέσουν την πιο δύσκολη αποστολή που είχε γίνει μέχρι εκείνη την εποχή.
Δυστυχώς το ένα από τα δέκα πέντε αεροσκάφη στο οποίο επέβαινε κατερρίφθη λίγα μέτρα πριν προσγειωθεί στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας με αποτέλεσμα να φονευθούν όλοι οι επιβαίνοντες σε αυτό.
Να θυμηθούμε τώρα και εκείνους που διάβηκαν ζωντανοί ανάμεσα στις φωτιές, τα λιωμένα σίδερα και τις σφαίρες. Που άκουσαν να σφυρίζουν βασανιστικά περνώντας δίπλα τους οι όλμοι. Που δέχθηκαν ακάλυπτοι τις ρουκέτες και τις βόμβες των Τουρκικών αεροπλάνων, χωρίς να καμφθεί το ηθικό τους. Που είδαν συμπολεμιστές να εγκλοβίζονται, φίλους να σκοτώνονται και ανθρώπινο αίμα να ρέει ως σφάγιο στο βωμό του ψυχρού συμφέροντος των ισχυρών. Είναι αυτοί που αγωνίσθηκαν ηρωικά μέσα από τις τάξεις της ΕΛΔΥΚ και τις μονάδες τις Εθνικής Φρουράς και κατάφεραν να γυρίσουν ζωντανοί, αυτοί ειναι:
Μόνιμοι αξιωματικοί:
Υπολοχαγός Πυροβολικού Δημήτριος Κούκουρας του Ιωάννου από την Κλειτορία
Ανθυπολοχαγός Πεζικού Κωνσταντίνος Γκλαβάς του Αθανασίου από την Κλειτορία
Έφεδροι αξιωματικοί και οπλίτες:
Μαυραγάνης Κωνσταντίνος του Παναγιώτη από την Δάφνη.
Νικολακόπουλος Γεώργιος του Δημητρίου από την Κέρτεζη.
Σαμαρτζόπουλος Νικόλαος του Ιωάννου από την Κέρτεζη.
Ανδριόπουλος Κωνσταντίνος του Βασιλείου από το Σκεπαστό.
+Παπαγιαννόπουλος Νικόλαος του Γεωργίου από την Κούτελη.
+Κόντης Παναγιώτης του Σπήλιου από την Κέρτεζη.
+Τσεκούρας Παναγιώτης του Ευαγγέλου από την Βλασία.
Αναστασόπουλος Θεόδωρος του Βλασίου από τα Φίλια.
Αναστασόπουλος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου από τα Φίλια.
Παπαγιαννακόπουλος Γεώργιος του Δημητρίου από το Πλανητέρου.
Πορετσάνος Ανδρέας του Ιωάννου από το Αγρίδι.
Λυμπέρης Νικόλαος του Ανδρέα από την Λυκούργια.
Ροδόπουλος Αντώνιος του Αλεξίου από το Λαγοβούνι
Μηλιτσόπουλος Παναγιώτης του Θεόδωρου από το Πλανητέρου.
Θωμάς Βασίλειος του Αγγέλου από τις Σειρές.
Ζυγούρας Ασημάκης του Κωνσταντίνου από το Μ. Μποντιά και
Μενύχτας Αχιλλέας του Νικολάου από τη Βλασία.
Να θυμόμαστε και να τιμούμε τον Λοχαγό τότε, Βασίλειο Καποτά από τα Καλάβρυτα, τον οποίο η πολιτεία τίμησε με το βαθμό του Αντιστράτηγου μετά την ηρωική του θυσία στις 11 Μαΐου 1964 στον Τουρκοκυπριακό θύλακα της Αμμοχώστου
Μπορεί η δόλια Τουρκική εισβολή να μοίρασε το νησί στα δύο, κατέστρεψε το Βόρειο τμήμα του, σκότωσε ή αιχμαλώτησε ανθρώπους που ακόμα αγνοούνται, σκόρπισε τον θάνατο, την οδύνη και το πένθος στο λαό του. Παρ’ όλα αυτά δεν μπόρεσε να κάμψει το φρόνημα, την τόλμη και τη θέληση αυτού του λαού που είναι αποφασισμένος να σταθεί και να μείνει στη γη όπου ζει και δημιουργεί για παραπάνω από τρείς χιλιάδες χρόνια διατηρώντας τις πολιτιστικές του καταβολές.
Ο τότε Υπολοχαγός Πυροβολικού και Διοικητής της Γ’ Πυροβολαρχίας της ηρωϊκής 181 Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού
Ανώτατος Αξιωματικός ε.α